Ο Οίνος είναι πάνω από όλα απόλαυση και συναίσθημα.
Η οργανοληπτική του εκτίμηση όμως προϋποθέτει προσοχή και ένα εξειδικευμένο λεξιλόγιο. Το παρακάτω αλφαβητάρι θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε κάθε πτυχή του μεγαλείου ενός ποιοτικού οίνου.
ΟΨΗ
Χρώμα: Η βασική απόχρωση του κρασιού. Τα ξηρά λευκά είναι συνήθως υποκίτρινα ή αχυροκίτρινα, ενώ τα κόκκινα είναι ρουμπινί ή πορφυρά. Κάποια γλυκά κρασιά, πάντως, διαθέτουν κεχριμπαρένιο ή ακόμη και καφετί χρώμα.
Ανταύγειες: Χρωματικές νότες πέρα από το βασικό χρώμα, τις οποίες διακρίνουμε γέρνοντας το ποτήρι σε μια λευκή επιφάνεια. Στα λευκά κρασιά οι πράσινες ανταύγειες είναι δείγμα φρεσκάδας και οι χρυσαφιές ωριμότητας, ενώ στα ερυθρά αυτά τα στάδια υποδηλώνονται από βιολετιές και κεραμιδιές ανταύγειες αντίστοιχα.
Δάκρυα: Οι σταγόνες που τρέχουν από το πάνω προς το κάτω μέρος του ποτηριού αφού διαβρέξουμε όλο το γυαλί περιστρέφοντας το ποτήρι. Τα πυκνά και αργά στη ροή δάκρυα υποδηλώνουν ένα πλούσιο σε σώμα κρασί, όμως προσωπικά δεν τους δίνω καμία σημασία, αφού το πλύσιμο των ποτηριών σε πλυντήριο μπορεί να αφήσει ακόμη και το πιο πληθωρικό κρασί παντελώς… ασυγκίνητο!
ΟΣΦΡΗΣΗ
Αρωμα: Το κρασί είναι το πιο πολύπλοκο αρωματικά υγρό στον πλανήτη. Τα εκατοντάδες αρώματα δεν είναι τεχνητά, αλλά φυσικά και οφείλονται στα συστατικά του σταφυλιού, στην οινοποίηση και στην παλαίωση σε βαρέλια ή φιάλες. Αρώματα που θυμίζουν φρούτα, λουλούδια, λαχανικά, μπαχαρικά και ξηρούς καρπούς είναι ανάμεσα στα πλέον συνηθισμένα.
Μπουκέτο: Οχι τα λουλούδια με τα οποία θα συγκινηθεί μια γυναίκα, αλλά το πολύπλοκο (συνήθως παλαιωμένο) άρωμα με το οποίο θα συγκινηθεί ένας οινόφιλος! Πολλά κρασιά διαφημίζουν το μπουκέτο τους, λίγα όμως πραγματικά το διαθέτουν.
Ανακίνηση: Μπορεί να μη βάζουμε το κρασί στο σέικερ, όμως μια μικρή ανακίνηση του ποτηριού επιτρέπει στο κρασί να πάρει οξυγόνο και να μας αποκαλύψει όλο τον πλούτο των αρωμάτων του. Αποφύγετε, πάντως, να το ζαλίσετε πολύ, γιατί θα του προκαλέσετε ναυτία…
Ενταση: Για τους ίδιους λόγους που η υπερβολική ποσότητα μετατρέπει μια κολόνια σε «πατσουλί», η υπερβολική ένταση δεν είναι απαραίτητα θετική για ένα κρασί. Γι’ αυτό επικεντρωθείτε στην πολυπλοκότητα των αρωμάτων, αλλά και στην ικανότητά τους να διαρκούν για ώρα και να αλλάζουν όσο το κρασί μένει στο ποτήρι.
ΓΕΥΣΗ
Γλυκύτητα: Το κρασί οφείλει τη γλυκιά του γεύση στη φρουκτόζη που περιέχουν τα σταφύλια, στην αλκοόλη που δημιουργείται από τη ζύμωση και στα τυχόν σάκχαρα που μένουν αζύμωτα (ειδικά στην περίπτωση των γλυκών κρασιών).
Οξύτητα: Τα όξινα στοιχεία του κρασιού αποτελούν και την κινητήριο δύναμή του, αφού του προσδίδουν φρεσκάδα, νεύρο, γευστική διάρκεια και δυνατότητα παλαίωσης. Πάντως, επειδή «μέτρον άριστον» η χαμηλή οξύτητα καθιστά ένα κρασί πλαδαρό, ενώ η υψηλή επιθετικό.
Αλμύρα: Παρ’ όλο που κάποια κρασιά από παραθαλάσσιους αμπελώνες μπορεί να διαθέτουν μια αλμυρή διάσταση, συνήθως η αλμύρα δεν συζητείται στη γευσιγνωσία, παρά μόνο αν η πλήρης απουσία της καθιστά ένα κρασί άνοστο.
Πίκρα: Επιθυμητή όταν είναι ευχάριστη και χαρακτηρίζει ποικιλίες ή περιοχές (π.χ. την Τοσκάνη), ανεπιθύμητη όταν προέρχεται από την υπερβολική πίεση των σταφυλιών ή τη χρήση κακών βαρελιών. Δεν πρέπει, πάντως, να συνδέεται με την τανικότητα.
Τανικότητα: Η στυφή αίσθηση που μας δίνουν τα ερυθρά κρασιά, η οποία οφείλεται στις τανίνες που υπάρχουν στις φλούδες των κόκκινων σταφυλιών. Οι καλής ποιότητας τανίνες χαρίζουν δύναμη και ικανότητες παλαίωσης, οι κακές μετατρέπουν το στόμα σε… παπούτσι.
Ισορροπία: Η ύπαρξη όλων των παραπάνω σε σωστές αναλογίες είναι ζητούμενο για κάθε κρασί. Στη ζυγαριά της ισορροπίας η γλύκα βρίσκεται από τη μία πλευρά και όλα τα άλλα στοιχεία που προαναφέραμε από την άλλη, οπότε η γευστική δοκιμή και όχι η οινολογική ανάλυση είναι εκείνη που θα καθορίσει το «λίγο» και το «πολύ» κάθε επιμέρους χαρακτηριστικού.
Σώμα: Ελαφρύ, μέτριο ή πλούσιο, το σώμα υποδηλώνει το πόσο βαρύ είναι ένα κρασί. Η ποικιλία, το κλίμα, ο τρόπος οινοποίησης και ο αλκοολικός βαθμός είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες που ευθύνονται για αυτό. Δεν πρέπει, πάντως, να συγχέεται με τη συμπύκνωση ενός κρασιού. Ετσι, ένα ελαφρύ κρασί μπορεί να είναι νεράκι, αλλά και πολύ πυκνό.
Αρωμα στόματος: Τι είναι αυτό που μας κάνει να ξεχωρίζουμε μια μαρμελάδα βερίκοκο από μια μαρμελάδα ροδάκινο; Μα το άρωμα μέσα στο στόμα, αυτό που η αγγλική γλώσσα αποκαλεί flavor. Δώστε όλη σας την προσοχή στην ένταση και στη διάρκειά του.
Διάρκεια: Σημαντικό χαρακτηριστικό ποιότητας, υποδηλώνει το κατά πόσο το κρασί μάς κρατά το ενδιαφέρον ενώ είναι στο στόμα μας, με άλλα λόγια κατά πόσο παραμένει στον ουρανίσκο μας. Δόκιμοι εδώ οι όροι «μακρύ» και «κοντό» για το κρασί του οποίου η γεύση μένει πολύ ή λίγο αντίστοιχα στο στόμα.
Επίγευση: Η «μετά τη γεύση» αίσθηση που μένει για περισσότερη ή λιγότερη ώρα στο μυαλό. Δεν πρέπει να συνδέεται με αρνητικά παρά μόνο με θετικά στοιχεία, αφού ένα στεγνωμένο επί ώρα στόμα από κακές τανίνες δεν προσφέρει μεγάλη επίγευση, αλλά μεγάλο μαρτύριο!
ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ
Υδαρές: Ορος που κάνει κάθε οινόφιλο να βγάζει καντήλες! Πολλοί το συγχέουν με το ελαφρύ, όμως το υδαρές υποδηλώνει μια νερουλή αίσθηση χωρίς καμιά οινική υπόσταση. Κάτι σαν αρωματισμένο νερό δηλαδή…
Κοινό: Ενα κρασί ευχάριστο πλην αδιάφορο, με στοιχεία που στερούνται προσωπικότητας και συναντώνται σε αμέτρητα άλλα αδελφάκια του.
Επίπεδο: Ενα κρασί που του λείπει η οξύτητα, με αποτέλεσμα να σου δίνει την αίσθηση ότι… κοιμάται όρθιο! Κάτι σαν κόκα-κόλα που της έχει ξεθυμάνει το ανθρακικό.
Ειλικρινές: Ενα κρασί που δεν προσπαθεί να επιδείξει υψηλότερο επίπεδο από αυτό που διαθέτει. Σε έναν wannabe κόσμο, η οινική αλήθεια (όπως και κάθε άλλη αλήθεια) δυστυχώς εκτιμάται από λίγους…
Νευρικό: Ζωντανό κρασί με τονισμένη οξύτητα, που ωστόσο δεν γίνεται υπερβολική. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως για λευκά κρασιά.
Τραγανό: Φρέσκο, ζωηρό κρασί, που σε κάθε γουλιά του σου δίνει την αίσθηση ότι μια ρώγα (ή μια πράσινη πιπεριά!) κάνει «κρατς» στο στόμα σου.
Στρoγγυλό: Ενα κρασί στο οποίο η οξύτητα ή/και οι τανίνες έχουν «χωνευτεί» με επιτυχία και δεν ενοχλούν στη γεύση. Αν από την άλλη ένα κρασί «τετραγωνίζει τον κύκλο» έχοντας τονισμένα τα παραπάνω, λέμε ότι διαθέτει γωνίες!
Διακριτικό: Ποιοτικό κρασί, που ωστόσο δεν διαθέτει έντονα αρώματα και κραυγαλέο χαρακτήρα. Κάτι σαν ένα άτομο χαμηλών τόνων.
Κλειστό: Τα πρώτα χρόνια της ζωής τους πολλά ποιοτικά κρασιά ανοιγοκλείνουν σαν όστρακα! Ετσι, κλειστό λέγεται ένα κρασί που η συμπύκνωση και η δύναμη του υπόσχονται εκρηκτικό χαρακτήρα, αλλά τη δεδομένη στιγμή είναι «ντροπαλό» αρωματικά.
Αυστηρό: Ενα κρασί που απαιτεί όλη σου την προσοχή για να σου δείξει την ποιότητά του, ενώ παράλληλα έχει μια μικρή τάση προς το ξινό και το στυφό. Δηλαδή, ένα κρασί που κανένας αρχάριος δεν θα ήθελε στο ποτήρι του…
Σκληρό: Κρασί με υπερβολική οξύτητα και τανίνες. Οποιος δεν αντέχει να το περιμένει στο κελάρι του για να μαλακώσει, ας βάλει τουλάχιστον δίπλα του ένα λιπαρό κρέας!
Σαρκώδες: Ερυθρό κρασί με καλή δομή και πλούτο, αλλά και γεύση που ρέπει προς την ηδύτητα και τη μαλακότητα. Το «γιάμι γιάμι» ενός οινόφιλου!
Βελούδινο: Ορος που συνήθως αναφέρεται σε ερυθρά παλαιωμένα κρασιά των οποίων οι τανίνες έχουν χάσει τη στυφάδα τους, ενώ παράλληλα διατηρούν την υπόστασή τους. Στον υπερθετικό βαθμό χρησιμοποιούμε (εύλογα) τη λέξη «μεταξένιο».
Κομψότητα: Κομπλιμέντο για κάθε κρασί, αφού υποδηλώνει έναν συνδυασμό λεπτότητας, πολυπλοκότητας και ισορροπίας. Σπάνιο χάρισμα, ακόμη σπανιότερο το «υπερθετικό» του, η αριστοκρατικότητα.
Τυπικό: Κρασί που εκφράζει το terroir του, δηλαδή το μοναδικό κλιματολογικό και εδαφολογικό μικροπεριβάλλον στο οποίο ευδοκιμεί μια ποικιλία. Η τυπικότητα προκύπτει από τα κοινά γευσιγνωστικά χαρακτηριστικά πολλών κρασιών που προέρχονται από το ίδιο terroir.